Ιστορίες που συντηρούν το «μύθο» της γειτονιάς, με αφορμή το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας
H έγκυρη έντυπη και ηλεκτρονική βρετανική εφημερίδα Guardian πρόσφατα συμπεριέλαβε Νέα Σμύρνη στις 10 καλύτερες γειτονιές της Ευρώπης προκαλώντας αίσθηση με την αμεροληψία, αλλά και την αισθητική της. Βέβαια για όσους έχουν ζήσει ή περάσει ένα διάστημα της ζωής τους στην ιδιαίτερη πραγματικά περιοχή μόνο εντύπωση δεν προκαλεί. Όσοι δεν την έχουν ζήσει σίγουρα την έχουν θαυμάσει και θα έχουν πιεί τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους καφέ στην πλατεία, την ωραιότερη ίσως της Αττικής, έστω κι αν μένουν μακριά της. Μια περιοχή που συνδυάζει την μπουρζουαζία με το προσφυγικό στοιχείο που κατάφερε κι επιβίωσε ή προσπαθεί να τα καταφέρει. Σε κάθε δρομάκι και κάθε στενό της υπάρχει μια ιστορία από πίσω. Αυτές οι ιστορίες συντηρούν το μύθο της Ν. Σμύρνης και σίγουρα δεν τις γνωρίζει η Guardian…
Απέναντι από το σπίτι μου, σύνορα Νέας Σμύρνης με Παλαιό Φάληρο, εκεί που πιο πέρα ξεκινούσε ο Βουρλοπόταμος στην παλιά Αμφιθέα, ήταν το μαγαζάκι του θρυλικού τσαγκάρη, του κυρ-Γιώργη του Βενετσάνου, που έφτιαχνε τις σκάρες των παπουτσιών των παικτών του Πανιωνίου στη δεκαετία του ’50. Συγγενής του ήταν το σέντερ-μπακ του Πανιωνίου, ο Αντώνης Βενετσάνος. Μιλάμε για την εποχή του Νίκου Πεντζαρόπουλου του «ήρωα του Τάμπερε» και του Θανάση Σαραβάκου, πατέρα του Δημήτρη Σαραβάκου! Ο περιώνυμος τσαγκάρης έκοβε σε λωρίδες το δέρμα, το κολλούσε στις σκάρες και κάρφωνε τα καρφιά με τέτοια μαεστρία που κανείς δεν τον έφτανε.
Όσο για το Δημήτρη Σαραβάκο θυμάμαι που μας έλεγε πιτσιρικάς, όταν παίζαμε βόλους στην αλάνα που ήταν ακριβώς δίπλα από το σπίτι μου πριν τα μέσα του ’70, ότι θα γίνει μεγάλος παίκτης. Ακροβολίζαμε πολλούς βόλους δίπλα δίπλα και τους σημαδεύαμε με άλλους βόλους στα χέρια από μακριά… Τότε ο «μικρός» ήταν κυριολεκτικά ο μικρός που μάζευε την μπάλα στο γήπεδο του Πανιώνιου όταν έβγαινε άουτ στα επίσημα παιχνίδια.
Κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ερχόταν σπίτι μας ο πρωτοεμφανιζόμενος τότε άσος του Πανιωνίου, ο Θωμάς Μαύρος, 16 χρονών παιδί κι έπαιζε τότε βασικός στην ομάδα, για να τον γυμνάσει ο θείος μου ο Γιωργούλης (Γιώργος Νικολάου) που ήταν τότε πρωταθλητής στην άρση βαρών επί Μαρσέλλου. Στη μονοκατοικία μας, έμενε κάτω η γιαγιά η Όλγα, ο παππούς ο Κώστας και ο θείος μου, ο αδερφός της μητέρας μου δηλαδή. Ο Γιωργούλης είχε μετατρέψει το δωμάτιό του, που βρισκόταν στην είσοδο του σπιτιού, μόλις ανέβαινες τις σκάλες μέσα στον κήπο που ήταν ανθηρός -όπως έλεγε η Καλουτά στην ταινία «Καλώς ήρθε το δολάριο»- σε γυμναστήριο. Εκεί μαζί με το Μαύρο σήκωναν πέτρινα βάρη! Ήταν φίλοι και είναι μέχρι σήμερα, αλλά η φιλία τους τότε και η υποστήριξη του θείου στον Θωμά όταν έπαιζε με τα χρώματα του Πανιωνίου με έφερε για πρώτη φορά στο γήπεδο της Νέας Σμύρνης! Το θυμάμαι τότε γεμάτο. Πρέπει να ήταν το ματς που κερδίσαμε 1-0 τη Λάρισα.
Μια άλλη φορά σ’ έναν αγώνα του Πανιώνιου κάποιος έβρισε τον Μαύρο… τότε σάλταρε ο θείος μου από την κερκίδα, ψηλά όπου καθόμασταν και σαν να «πέταξε» ως κάτω, όπως ο Σούπερμαν, τιμωρώντας όσους τον έπιασαν στο στόμα τους. Για κάμποση ώρα έμεινα μόνος, αλλά δεν με ένοιαζε, ένοιωθα σαν το σπίτι μου κι ας ήμουν 5 χρονών το 1972…
Η γιαγιά μου η Όλγα ήταν πρόσφυγας από το άσημο τότε Σότσι της Ρωσίας που εδώ και αρκετά χρόνια έχει γίνει ένα λαμπρό θέρετρο. Δυναμική γυναίκα. Αλεξιπτωτίστρια. Σπάνια συναντά κανείς στη ζωή του αλεξιπτωτίστρια. Το έλεγε η ψυχή της. Ήρθε στη Ελλάδα το 1938 στο προσφυγικό κύμα κι έμεινε αρχικά στην Καλλιθέα. Εκεί γνώρισε τον παππού μου που σπούδαζε πολιτικός μηχανικός και παντρεύτηκαν. Πήρε ένα οικόπεδο στη νεόδμητη τότε περιοχή και άρχισε να χτίζει το σπίτι σιγά-σιγά ο παππούς ώσπου εγκαταστάθηκαν στη Νέα Σμύρνη στο δικό τους σπίτι πια το 1940. Ο παππούς έχτισε στα τέλη του 60 τον πάνω όροφο, προίκα στη μάνα μου όταν παντρεύτηκε τον πατέρα μου…
Κάθε γειτονιά της Νέας Σμύρνης έχει τη δική της ιστορία. Μια ξεχωριστή ιστορία. Γειτονιά, όπως λέγαμε παλιότερα, με την πραγματική έννοια της λέξης. Κάθε σπίτι είχε την ιστορία και το ονοματεπώνυμό του. Απέναντί μας ακριβώς ήταν το σπίτι του Λουκά του Σκουρολιάκου, του πατέρα του γνωστού ηθοποιού Πάνου Σκουρολιάκου. Ήταν φίλοι με τον παππού μου, αλλά και η μητέρα του, η Κατίνα, ήταν φίλη με τη γιαγιά μου. Ένα βραδάκι έφερε ο κ. Λουκάς, με περηφάνια, ένα περιοδικό στο οποίο έγραφε την πρώτη θεατρική κριτική που γράφτηκε ποτέ για τον Πάνο. Ήταν εξαιρετική! Οι δυο τους κάθονταν στο μέσα δωμάτιο γύρω από τη σόμπα και η τηλεόραση ήταν ανοιχτή. Στον τοίχο ήταν ένα χαλί, από εκείνα που είχαν στους τοίχους στα φτωχικά σπίτια για να κρατάνε την υγρασία και να ζεσταίνουν όσο το δυνατό το χώρο.
Είναι τίτλος τιμής να είσαι Νεοσμυρνιώτης. Όσοι μεγαλώσαμε στην περιοχή αυτή μάθαμε να έχουμε σεβασμό για τον άνθρωπο και την ιστορία. Με αυτές τις αρχές γαλουχηθήκαμε. Η Ν. Σμύρνη είναι κάτι σαν αυτόνομο κράτος. Είναι ακριβώς στα σύνορα του Δήμου Αθηναίων και πιο πέρα από τον παλιό Ιππόδρομο, όπου αρχίζει ο Πειραιάς. Η πόλη μας είναι ανάμεσά τους. Τον χαρακτήρα αυτό της αυτονομίας τον συντηρούν και οι περισσότεροι κάτοικοί της, ιδιαίτερα οι παλιοί Νεοσμυρνιώτες καθώς αρέσκονται να μη βγαίνουν εκτός «συνόρων» γιατί τους καλύπτει η ζωή από κάθε πλευρά στη Ν. Σμύρνη.
Στην περιώνυμη πλατεία της που μαγνήτιζε ανέκαθεν κόσμο απ’ όλη την Αθήνα και τις γύρω περιοχές, κάπου στη μέση της, είναι το Παλούκι. Εκεί στα σκαλάκια του ήταν το σημείο συνάντησης στα 80s, όπου μαζευόμασταν οι φίλοι και οι παρέες τα απογεύματα χωρίς ραντεβού και τα πίναμε έως το βράδυ ή απλώς αράζαμε. Ήταν σημείο συνεύρεσης και ανταλλαγής απόψεων, διαφωνιών, πολιτικών συζητήσεων, συνομιλιών με επίκεντρο τη μουσική. Οι περισσότεροι ήταν φρικιά και ροκάδες. Όταν βαριόμασταν πηγαίναμε στην «Little Wing», ένα φοβερό rock club στην οδό Θυατείρων, σ’ ένα κάθετο δρομάκι της Λ. Συγγρού ή γενικά χανόμασταν στα στέκια της Ν. Σμύρνης. Άλλοι άραζαν στον Γαλαξία, ή σε κάποιο ουφάδικο, νέα μόδα τότε. Στο Παλούκι ήταν επίσης πολλές φορές και το σημείο συνάντησης των οπαδών για τις εκτός έδρας εξορμήσεις του Πανιωνίου, αλλά και περιφρούρησης από τους αντίπαλούς οπαδούς πριν τους αγώνες. Το Παλούκι είναι ένα πανύψηλο περιστύλιο, στην πραγματικότητα είναι η ιστορική στήλη της Ιωνίας όπου αναγράφονται οι πόλεις της Σμύρνης. Βρίσκεται δίπλα στα σκαλάκια κι έχει πλάκα να το πετύχεις όταν κάνει σεισμό!… Πάει πέρα-δώθε, αλλά δεν πέφτει ποτέ, είναι παλούκι αντοχής.
Πιο πέρα από το Παλούκι ήταν παλιότερα στα 70s το Βοσκοτόπι. Ένα μικρό παρκάκι στρογγυλό μεταξύ πλατείας στην ευθεία από το Παλούκι και Άλσους Ν. Σμύρνης. Εκεί σύχναζαν οι χίπηδες και ήταν το στέκι τους. Έπαιζαν κιθάρες, τραγουδούσαν και γέμιζαν τον αέρα με «μυρωδιές». Η Πλατεία Κυρίλλου, όπως λέγεται κανονικά. Ήταν η ροκ εποχή στο φόρτε της. Δεν πήγαινε κάνεις άλλος εκεί, ήταν δικό τους το μέρος. Το ήξερε κι ο Παύλος Σιδηρόπουλος αυτό το μέρος μια φορά που του είπα πώς να έρθει στην Πλατεία για μια συναυλία στα μέσα των 80s που είχαμε κανονίσει με το σχολείο. Στο άκουσμα της λέξης Βοσκοτόπι κατάλαβε αμέσως πώς θα έρθει.
Στη Λεόντειο της Ν. Σμύρνης τις Κυριακές παίζαμε μπάλα. Έχουν γίνει μεγάλα ντέρμπι εκεί. Στο γηπεδάκι κάτω από την Σχολή Λεοντείου, το λεγόμενο «Μαρακανά», που τώρα έγινε παρκάκι και τότε ήταν ξερό. Μια παίζαμε εκεί, μια μέσα στη Λεόντειο που είχε κάτω άσφαλτο. Καμιά φορά αν στεκόταν κάνα ωραίο κορίτσι να χαζέψει στα κάγκελα εκεί ψηλά από το τερέν, χανόταν η μπάλα. Οι πιο αφηρημένοι έφταιγαν και για τα γκολ που έτρωγε η ομάδα τους!
Όταν πήγαινα σχολείο, δίπλα από τον Πανιώνιο, πηγαινοερχόμουν από συγκεκριμένη διαδρομή. Ήξερα την κάθε πέτρα κάτω που βρίσκεται. Και τώρα όταν πάω στο γήπεδο ακολουθώ συγκεκριμένη διαδρομή για γούρι. Από το σπίτι μου στην οδό Στρατηγού Παρασκευοπούλου στρίβω στην Σκόπα. Εκεί ήταν η Σχολή Λαζαροπούλου, το σχολείο που άνοιγε την αγκαλιά του όταν είχε εκδιωχθεί κάποιος από τα άλλα σχολεία, «κολέγιο» δηλαδή, ένα μικρό δρομάκι, που βγάζει στη Ραιδεστού. Την ανεβαίνω και περνώ από το παλιό γηπεδάκι της Λεοντείου - απορώ κάθε φορά πώς παίζουν κάποιοι εκεί ποδόσφαιρο τη στιγμή που έχει αγώνα ο Πανιώνιος - και στρίβω αριστερά στην πάνω πλευρά του σχολείου εκεί που μας χάζευε ο κόσμος όταν παίζαμε μπάλα πιτσιρικάδες. Στην άλλη άκρη του σχολείου στρίβω δεξιά και βρίσκομαι στο δρόμο του γηπέδου που βλέπει τη διώροφη εξέδρα που σφραγίστηκε στο μεγάλο σεισμό του 1998. Η Θύρα 8. Η θέα των αστυνομικών που έχουν κλείσει το δρόμο μπροστά στο γήπεδο, αλλά και το κουβούκλιο που πουλάει εισιτήρια σε βάζουν αμέσως στο κλίμα του γηπέδου.
Όταν φωνάζω «Πανιώνιος» ή μιλώ για την ομάδα μου, έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό μου η Ν. Σμύρνη και το αντίστροφο. Πανιώνιος και Ν. Σμύρνη είναι για μένα ταυτόσημες έννοιες. Στις 14 Σεπτεμβρίου 2020 ο Πανιώνιος έχει γενέθλιά και γιορτάζει 130 χρόνια από την ίδρυσή του και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους συμπληρώνει 75 χρόνια από τη στιγμή που παίζει μπάλα με έδρα του το γήπεδο της Ν. Σμύρνης, αφού έως τότε είχε έδρα το γήπεδο στον Αρδηττό.
Η θρυλική ομάδα μπάσκετ ΛΑΝΣ στο τελικό σχολικού πρωταθλήματος το 1978 Γιώργος Σολωμός, Γιώργος Μπίρης, Γιώργος Ρόμπος, Κώστας Jordan Ιορδανίδης, Μενέλαος Ζαφειρόπουλος, Ιάκωβος Στρατής, Κώστας Ρόκενμπουκ (πάνω).
Κάτω: Θοδωρής Μπαλίδης, Νίκος Χρονόπουλος, Γιώργος Ξένος, Νίκος Καπάτος, Θεοδωρίδης.
Η Ν. Σμύρνη επίσης είναι ταυτισμένη με την ΛΑΝΣ, το θρυλικό Bua College, το σχολείο που έμεινε στην ιστορία ως το πρώτο που έκανε αποχή στην πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου και η αστυνομία ήρθε να διαλύσει τους μαθητές, αλλά και για την αχτύπητη ομάδα μπάσκετ που τραβούσε τόσο κόσμο στα παιχνίδια και την υποστήριζαν και εξωσχολικοί σαν οπαδοί μιας κανονικής ομάδας, μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Μια ομάδα που δημιουργούσε πάντα προσδοκίες. Η ομάδα της τροφοδοτούσε με παίκτες την εφηβική και πρώτη ομάδα μπάσκετ του Πανιωνίου. Η ΛΑΝΣ είναι μεγάλη ιστορία και έχω αναφερθεί εκτενέστερα σε άλλο μου ρεπορτάζ.
Η πόλη των καλλιτεχνών
Η Ν. Σμύρνη είναι επίσης μουσικομάνα. Έχει παράδοση στη ροκ μουσική. Είναι η πατρίδα των Φατμέ. Από εδώ ξεκίνησαν ο Νίκος Πορτοκάλογλου, ο Οδυσσέας Τσάκαλος και ο Δημήτρης Καλατζής, η αρχική σύνθεση των Φατμέ. Εδώ πήγαν σχολείο τα μέλη τους, στην Ευαγγελική όταν ήταν στην πλατεία και τελείωσαν στη ΛΑΝΣ, όπου μεταφέρθηκε η Ευαγγελική (καμιά σχέση με την Πρότυπο Ευαγγελική Σχολή Ν. Σμύρνης), ενώ ο Ν. Πορτοκάλογλου φοίτησε στην Εστία, κλάση του 1975.
Και ποιος καλλιτέχνης δεν ξεκίνησε, ή δεν έζησε ή δεν ζει στη Ν. Σμύρνη; Ενδεικτικά αναφέρεται ο Μίκης Θεοδωράκης που έζησε τα νεανικά και αργότερα τα πιο δημιουργικά του χρόνια στη Ν. Σμύρνη όπου έγραψε τα πιο σπουδαία έργα του. Στα 13 του, το 1938, έγινε Νεοσμυρνιώτης κατοικώντας στην οδό Σμύρνης 39 (η σημερινή Πλαστήρα) με τους γονείς του στο σπίτι του θείου του! Εδώ συνάντησε, ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε το 1953 την Μυρτώ Αρτίνογλου για να μείνουν μαζί στην οδό Κωνσταντινουπόλεως 39, σε ένα κτίριο σμυρναϊκής αρχιτεκτονικής του 1929. Ο Μίκης εμπνεύστηκε στη Ν. Σμύρνη και συνέθεσε το κορυφαίο έργο «Άξιον Εστί», μεταξύ άλλων αριστουργημάτων της πιο δημιουργικής περιόδου του. Αργότερα φυλακίστηκε επί δικτατορίας, αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι και επέστρεψε στην Ν. Σμύρνη το 1974 ξεκινώντας από το γήπεδο του Πανιώνιου μια σειρά μεγαλειωδών συναυλιών που σημάδεψαν την εποχή της μεταπολίτευσης.
Ο Μίκης Θεοδωράκης με τη σύζυγό του Μυρτώ και τα παιδιά τους Μαργαρίτα και Γιώργο
στο σπίτι τους στη Ν. Σμύρνη
Στην άλλη πλευρά της Ν. Σμύρνης μένει ο σολίστας του και κορυφαίος μπουζουξής του Μίκη, ο Κώστας Παπαδόπουλος. Μέγας Νεοσμυρνιός υπήρξε ο μεγάλος ρεμπέτης Παναγιώτης Τούντας γεννημένος στην Σμύρνη το 1886, υπήρξε ο διασημότερος συνθέτης της Σμυρναϊκής Σχολής και ανήκει στην ομάδα Μικρασιατών που μετά το 1922 διαμόρφωσαν το ρεμπέτικο τραγούδι στην Ελλάδα. Επίσης έζησαν ή ζουν στη Ν. Σμύρνη η Τζένη Βάνου, η Καίτη Γκρέυ, η Ρίτα Σακελλαρίου, ο Μανώλης Αγγελόπουλος, ο Μανώλης Μητσιάς, η Δόμνα Σαμίου, ο Λίνος Κόκοτος, ο Φώντας Λάδης, ο Αργύρης Κουνάδης, ο Δήμος Μούτσης, ο μαέστρος και φίλαθλος του Πανιωνίου Λουκάς Καρυτινός, ο Μάριος Φραγκούλης (πάνω από το «Little Wing»).
Στη Ν. Σμύρνη σχηματίστηκαν επίσης την εποχή των Φατμέ οι Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω. Επίσης Νεοσμυρνιώτες είναι o Κώστας Παρίσσης (Υπόγεια Ρεύματα) που διατηρούσε το Studio Praxis, εδώ γράφτηκε το θρυλικό τραγούδι «Μ’ αρέσει να μην λέω πολλά» - για μια μικρή περίοδο το είχε αναλάβει ο Θάνος Ανεστόπουλος (Διάφανα Κρίνα) - που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την πλατεία.
Ακόμη ο αείμνηστος κιθαρίστας Βασίλης Πετρίδης - έφυγε σε τροχαίο το 2004 - μέλος του θρυλικού ροκ γκρουπ Απροσάρμοστοι του Παύλου Σιδηρόπουλου (1979-1990), ο οποίος τριγυρνούσε στους δρόμους με καρφιτσωμένη στο ινδιάνικο γιλέκο του μια μικρή στρογγυλή κονκάρδα του Πανιωνίου, ο Μάνος Ξυδούς, οι Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας, ο Μιχάλης Νικολούδης (επίσης παλιό μέλος των Sounds) που διατηρούσε το δισκάδικο «Music Inn» στην οδό Βρυούλων και πολλοί ακόμη σε ένα μακρύ κατάλογο. Στη Νέα Σμύρνη είναι και το σπίτι του πολυαγαπημένου καλλιτέχνη Κώστα Χατζή που έχει τραγουδήσει την πλατεία σ’ ένα τραγούδι του.
Η Νέα Σμύρνη, η πόλη των καλλιτεχνών, η πόλη σπουδαίων προσωπικοτήτων, λογοτεχνών. Ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός με τη σύζυγό του, την υψίφωνο Βασιλική Παπαντωνίου, κατοικούσε επί δεκαετίες στην πόλη αυτή - τα τελευταία χρόνια μετακόμισαν στο Π. Φάληρο - κι έπινε τον καφέ του στο «Classic» απέναντι από το Άλσος Ν. Σμύρνης, ενώ στην ίδια περιοχή διαμένει ο Γιώργος Μανιώτης από τους πολυγραφότερους σύγχρονους συγγραφείς, ο δημοσιογράφος, αθλητικογράφος, ερευνητής και συγγραφέας βιβλίων αθλητικής ιστορίας και φιλοτελισμού Πέτρος Λινάρδος και ο σημαντικός σκηνοθέτης του νέου ελληνικού κινηματογράφου Βασίλης Βαφέας.
Αλλά και σύμβολα ομορφιάς όπως η ηθοποιός Ελένη Ερήμου. Νεοσμυρνιός και Πανιώνιος είναι και ο ξεχωριστός ηθοποιός Δημήτρης Καταλειφός. Επίσης ο δημοφιλής γελοιογράφος Κυρ (Γιάννης Κυριακόπουλος) Νεοσμυρνιός από γονείς πρόσφυγες από την Αττάλεια της Μ. Ασίας. Υπήρξε μάλιστα επί σειρά ετών ιδιοκτήτης των σινεμά της πόλης «Σπόρτινγκ» και «Φιλίπ». Εδώ ζούσε ο θεατράνθρωπος Πέλος Κατσέλης που από τη δραματική του σχολή στη Ν. Σμύρνη αποφοίτησαν σπουδαίοι Έλληνες ηθοποιοί. Νεοσμυρνιά είναι και η κόρη του Νόρα Κατσέλη, επίσης σπουδαία ηθοποιός.
Ξέρετε πόσα καλλιτεχνικά όνειρα γεννήθηκαν εδώ στην πόλη μας, πόσοι έρωτες μέσα από αυτά, πόσα σόλα παίχθηκαν και πόσα τραγούδια γράφτηκαν; Από τον χαρισματικό καλλιτέχνη Θέμη Ανδρεάδη που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή μέχρι τον σπουδαίο τζαζίστα διεθνούς εμβέλειας Γιώργο Κοντραφούρη και τον πρώην ηγέτη των Ξύλινων Σπαθιών Παύλο Παυλίδη που ζει κι έχει και το στούντιό του στη Ν. Σμύρνη επί της οδού Πλαστήρα. Όλοι εμπνέονται σε αυτή την παραδεισένια πόλη, όπως την είχα βαφτίσει σε ένα αυτοσχέδιο χάρτη που σχεδίασα στα μαθητικά μου χρόνια σε φουλ κυανέρυθρο φόντο που περιλάμβανε όλα τα στέκια της εποχής των 80s. Ελάχιστα εξ αυτών υπάρχουν ακόμη.
Τα παλιά στέκια
Νέα Σμύρνη - Paradise City όπως έγραψα στην άκρη του χαρτονιού σχεδιάζοντας την πόλη με επίκεντρο την πλατεία της όπως την είχα στο μυαλό μου σε σχολική ηλικία, με τα όποια λάθη. Βλέποντας λοιπόν το σχέδιο, κατά μήκος στον κεντρικό δρόμο της Ομήρου, στην κάτω πλευρά της πλατείας προς το γήπεδο, υπήρχε το «Sports Town», το πρώτο αθλητικό μαγαζί που έφερνε τόσες καλές μάρκες από παπούτσια μέχρι φόρμες. Εκεί δούλευε ο συμμαθητής μου Κώστας Κουρκουβέλας, γιος του διεθνή παλαίμαχου τερματοφύλακα του Πανιωνίου και του Ολυμπιακού Θανάση Κουρκουβέλα που έμενε ακριβώς απέναντι από το κατάστημα και πολλές φορές τον έβλεπα να βγάζει το σκυλάκι του βόλτα.
Κάπου στο μέσον της Ομήρου ήταν το «La-Si-Do», το δισκάδικο του Παναγιώτη Τσιάπη. Εμβληματική προσωπικότητα της πόλης, πολύπλευρος καλλιτέχνης, σήμερα σημείο αναφοράς της Ν. Σμύρνης. Ειδικά αυτός ο άνθρωπος έχει γίνει ένα με την πόλη! Ο Τσιάπης κατέχει ένα μοναδικό ρεκόρ που πρέπει να μπει στο Guinness. Δεν έχει χάσει αγώνα του Πανιωνίου, συμπεριλαμβανομένου τα επίσημα παιχνίδια, φιλικά, κυπέλλου, αγώνες στην Ευρώπη και τις προετοιμασίες της ομάδας κάθε καλοκαίρι επί 27 ολόκληρα χρόνια είτε ως φίλαθλος, είτε ως παράγοντας για ένα σχετικά σύντομο διάστημα και από το 1970 παρακολουθεί ανελλιπώς την ομάδα, εντός κι εκτός έδρας, με ελάχιστες «δικαιολογημένες» απουσίες! Σταδιακά φανερώνει τις πολλές καλλιτεχνικές πτυχές του εαυτού του, αλλά και τη σχέση του με το γραπτό λόγο, με ποιητική και αφηγηματική προέκταση.
Συνεχίζοντας τη βόλτα στον παλιό χάρτη συναντάμε το «Sisley» που υπάρχει μέχρι σήμερα και το είχε άνοιξε κάποτε ο Δημήτρης Σαραβάκος. Στο σχεδιάγραμμά μου γράφεται η λέξη «Wanted», δηλαδή καταζητούμενος, καθώς είχαμε στεναχωρηθεί πολύ που ένας τέτοιος παικταράς άλλαξε τη κυανέρυθρη φανέλα. Από την απέναντι πλευρά της Ομήρου προς το τέλος, σημεία αναφοράς ήταν το ζαχαροπλαστείο «Αθηναϊκόν» της οικογενείας Τσιάπη - το διατηρούσε ο θείος του Παναγιώτη Τσιάπη, που ήταν ανοιχτό επί σειρά ετών μέχρι πριν μερικά χρόνια, αλλά και ο κινηματογράφος «Έλση» που γαλούχησε γενιές και γενιές από το 1961 έως ότου έγινε εμπορικό κέντρο κρατώντας την ονομασία του. Εκεί βρίσκεται έως σήμερα και το γνωστό ξηροκαρπάδικο, από τα πιο παλιά μαγαζιά της Ν. Σμύρνης, που έχει τους δικούς του πιστούς φίλους που δημιουργούν καθημερινά ουρές ως έξω, καθότι είναι μικρό μαγαζί.
Το «Martini Video Club», το ουφάδικο «Ο Πανιώνιος» και το πάντα ενημερωμένο δισκάδικο «Record’s House» της Ελένης Νεουδάκη -σπάνια συναντάς τόσο ψαγμένη γυναίκα με τη μουσική- και του Τόνυ, λάτρη της επιστημονικής φαντασίας.
Στο δρόμο της πλατείας, επί της οδού 2ας Μαΐου που έχει πεζοδρομηθεί από το 2004, ήταν το θρυλικό φαστφουντάδικο «Twins» το οποίο είχαν δύο δίδυμα αδέρφια με πολύ χιούμορ και εξυπηρέτηση - αστραπή και δίπλα το «Canadian Toast», αλλά και το τοστάδικο του Κύπριου Γιώργου, του πρώτου που έφερε το hamburger στη Ν. Σμύρνη! Πιο δίπλα ήταν το κατάστημα ρούχων «Miss Derby» που είχε ανοίξει η μητέρα της Ρένας Λιναρδάκη, μιας πανέμορφης κοπέλας με γαλανά μάτια που ήρθε στο γυμνάσιο μας από την Αμερική, η «Αμερικάνα» όπως τη λέγαμε, η οποία δούλευε στο μαγαζί αυτό που ψώνιζαν όλες οι Νεοσμυρνιώτισσες! Επίσης το φαστφουντάδικο «Hambo», ο «Γιώργος» το κλασικό παλιό στέκι για παγωτό καϊμάκι με φήμη σε όλη την Αθήνα, εντελώς vintage σήμερα! Παραδίπλα το παλιό δημαρχείο και το σουβλατζίδικο επίσης «Ο Γιώργος» γνωστότερος ως «Killer»! Το προσωνύμιο καμιά σχέση με την ποιότητά του που είναι εξαιρετική. Δίπλα ο «Λώλος» το βιβλιοπωλείο - είδη δώρων, «άρρωστος» Πανιώνιος που στην κρίση δεν άντεξε μετά από πολλά χρόνια λειτουργίας… Όταν πήρε ο Πανιώνιος το Κύπελλο Ελλάδας το 1979 νικώντας 3-1 την ΑΕΚ στον τελικό είχε σκεπάσει την πρόσοψη του μαγαζιού του με μια τεράστια κυανέρυθρη σημαία! Προς το τέλος του δρόμου ήταν το αθλητικό μαγαζί του παλαίμαχου διεθνή άσσου του Πανιωνίου και των γηπέδων Γιώργου Δέδε και δίπλα ακριβώς στη γωνία το «Benetton», εκεί που είναι και σήμερα, κατάλληλο σημείο για ραντεβού!
Από την απέναντι πλευρά της 25ης Μαρτίου ήταν το επίσης θρυλικό βιβλιοπωλείο και χαρτικών ειδών «Βουλγουρίδης» που ο ιδιοκτήτης του ήταν ένας φοβερός τύπος αεικίνητος με γυαλάκια, μεσήλικας, με ρετρό στυλ. Δίπλα το παγωτατζίδικο «Igloo» και στη γωνία το «Ράδιο Σμύρνη» με τηλεοράσεις και ότι ηλεκτρικά σκεύη μπορεί να φανταστεί κανείς. Καλό μαγαζί, ιστορικό. Έτσι έφτανες περπατώντας στο «Γαλαξία» όπου ο φοβερός σερβιτόρος Φάνης σου έφερνε το φραπέ σου ή το ελληνικό καφεδάκι σε μπρίκι! Περιώνυμο στέκι ο «Γαλαξίας» όπου ξημεροβραδιαζόντουσαν γενιές και γενιές. Εδώ βαφτίστηκε και ο φανατικός πυρήνας του Πανιωνίου «Πάνθηρες» το 1983! Εδώ άραζε κάθε καρυδιάς καρύδι, από ευυπόληπτους Νεοσμυρνιώτες μέχρι πρεζάκηδες που αποκοιμιόντουσαν στις καρέκλες πίσω από τις εφημερίδες τους ή και έτσι χύμα. Ήταν εντελώς free το κατάστημα και μετέδιδε ένα όμορφο συναίσθημα ελευθερίας και οι περισσότεροι θαμώνες του το θεωρούσαν «σπίτι» τους! Είχε ανοίξει επί χούντας και οι ιδιοκτήτες του πλήρωναν ένα συμβολικό ενοίκιο επί 25ετίας… όταν έκλεισε έγινε ελευθεριακό στέκι και σήμερα είναι πολιτιστικό κέντρο του Δήμου Ν. Σμύρνης όπου πραγματοποιεί συναυλίες και διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Ο περίπατος στο σχέδιό μου κατέληγε στο απίθανο ζαχαροπλαστείο «Άριστον» που διατηρούσε ο πατέρας του Παναγιώτη Τσιάπη, ο Νικόλαος Τσιάπης, με καθίσματα στην πλατεία. Απέναντι ακριβώς στην Ελ. Βενιζέλου, τον μεγάλο δρόμο που περνά σήμερα το τραμ, βρισκόταν το στέκι «10», ένα μπιλιαρδάδικο, όπου σύχναζαν πολλά αλάνια της πόλης και των περιχώρων. Ο δρόμος αυτός είχε κατεύθυνση προς τη Λακκούβα, το θρυλικό παρκάκι όπου συχνάζαμε μετά το σχολείο και παίζαμε μπάλα και γενικά ήταν το σημείο συνάντησης και αφετηρία εξορμήσεων όλων των ανήσυχων νιάτων, αλλά και σημείο κρυφών ή φανερών ραντεβού, ενώ πολλά ζευγάρια προτιμούσαν να μένουν στο αυτοκίνητο τους στο γύρω δρόμο μπροστά από το νηπιαγωγείο… Μεγάλη ιστορία η Λακκούβα, κατά κόσμο πλατεία Βασ. Γεωργίου. Οι ταμπέλες που έχουν τοποθετηθεί σήμερα στο παρκάκι που γράφουν «Απαγορεύονται τα σκυλιά στο πάρκο» μόνο γέλιο προκαλούν στους παλιότερους, καθώς στη Λακκούβα επιτρέπονταν τα πάντα!
Από την άλλη πλευρά της κεντρικής πλατείας Ν. Σμύρνης ήταν το «Αλέξανδρος Ωνάσης», το νυχτερινό σχολείο της Εστίας, το σουπερμάρκετ «Βασιλόπουλος» που λειτουργεί στο ίδιο σημείο έως σήμερα μετά από τόσες δεκαετίες και παραδίπλα ήταν ο γνωστός «Άδωνις» που περιγράφει εύστοχα στο τραγούδι του ο Σταμάτης Κραουνάκης με τη φωνή της Άλκηστης Πρωτοψάλτη, παλιάς αθλήτριας στίβου του Πανιωνίου. Εδώ σύχναζε πιο κυριλέ κόσμος απ’ ότι στον «Γαλαξία». Και τα δύο στέκια είχαν φανατικούς θαμώνες. Δεν θυμάμαι ποτέ να πήγα τότε στον «Άδωνη», ήμουν καθαρά «Γαλαξιακός» τύπος. Τον «Γαλαξία» προτιμούσαν και οι συμμαθητές μου, αλλά και όσοι έκαναν κοπάνα από το σχολείο, για καφέ!
Στο ύψος που ήταν το Παλούκι στην πλατεία (It’s only rock’n’roll) ήταν στη γωνία η Ιωνική Τράπεζα του ένδοξου και αείμνηστου προέδρου του Πανιωνίου Μιχάλη Σταματελάτου που για να ικανοποιήσει το πάθος του για την ομάδα έκανε υπεξαιρέσεις από την τράπεζα και οδηγήθηκε στη φυλακή (και μπράβο του). Στο στενό μέσα ήταν το προπατζίδικο και στέκι Πανιώνιων, ο «Διφωνής». Μεγάλη ιστορία έχει πίσω του. Πιο πέρα επί της πλατείας ήταν το μπαρ «Κλεψύδρα» όπου είχαμε κάνει κι ένα reunion με την κλάση του '85, από τα παλιά και πιο λαϊκά στέκια. Στην άκρη της πλευράς αυτής της πλατείας λίγα μέτρα από το Παλούκι, το νεανικό στέκι ήταν και είναι ο Μπούρμπουλας, το στέκι των γερόντων της Ν. Σμύρνης που άραζαν στο πεζούλι κάτω από το υπόστεγο με τις μαγκούρες τους!
Μορφές της πόλης
Μορφές της Νέας Σμύρνης ήταν ο θρυλικός Μητσάρας, κατά κόσμον Δημήτρης Γαλάνης, που αν και είχε μία έμφυτη δόση… τρέλας τελικά έχασε τα λογικά του από το ξύλο που έφαγε επί χούντας από την αστυνομία ως μαθητής της Ευαγγελικής, όταν μια φορά ανακατεύτηκε σε ένα περιστατικό με πολιτικές προεκτάσεις πιο πολύ για πείραγμα και έκτοτε έγινε σάκος του μποξ για τους μπάτσους. Με τη σύμφωνη γνώμη των δύο αδερφών του κλείστηκε στο Δρομοκαϊτειο και τον πλάκωσαν στα φάρμακα, προκειμένου να του φάνε την περιουσία και το κατάφεραν. Ήταν πιο λογικός κι απ’ τους λογικούς όταν ήταν στα καλά του. Ο Μητσάρας ήταν ο πρώτος Έλληνας που έκανε striking τρέχοντας ολόγυμνος χαμηλά στη Λ. Συγγρού, απέναντι από τον Ιππόδρομο, αρχές Δεκέμβρη με χιόνι και την άλλη μέρα έγινε πρωτοσέλιδο στην «Απογευματινή»!
Άλλη μορφή ήταν ο κυρ-Αργύρης ο Κορωναίος που περιμέναμε κάθε φορά πριν τους αγώνες μπάσκετ του Πανιωνίου όταν είχε έδρα τον Μίλωνα, να μας δώσει φοράκι εμάς τους πιτσιρικάδες να μπούμε τζάμπα να δούμε την ομάδα και να φωνάξουμε γι’ αυτήν! Σπουδαίο πρόσωπο για μας τους πιτσιρικάδες τότε γιατί από αυτόν εξαρτιόταν αν θα δούμε την ομάδα μας! Τον περιμέναμε όλοι εναγωνίως από νωρίς γιατί ερχόταν λίγο πριν αρχίσει ο αγώνας και είχε διαθέσιμα λίγα φοράκια κι όποιος προλάβαινε! Μια φορά πριν από τον αγώνα με τον Ολυμπιακό την ώρα που πιάνω το φοράκι στα χέρια περνά από δίπλα το μπασκετικό μου είδωλο, ο Κώστας Μίσσας, ο επονομαζόμενος «Στρατηγός» με την αθλητική τσάντα στην πλάτη και μπαίνει μέσα σπρώχνοντας τον κόσμο! Τζακ ποτ δηλαδή για μένα! Ο Π. Τσιάπης είχε παραγγείλει στον κυρ-Αργύρη να φτιάξει στην ταράτσα του ένα γιγαντιαίο σιδερένιο κομμάτι που να γράφει «Πανιωνάρα Αγάπη Μου!» και να το βλέπει όταν πετάει πάνω από την Αθήνα με το αεροπλάνο… δεν πρόλαβε όμως! Τρέλα! Ο κυρ-Αργύρης ήταν ο φροντιστής του Πανιωνίου και σιδεράς στο επάγγελμα. Έμεινε στην ιστορία ως «ένα φοράκι κυρ-Αργύρη!».
Ο Νίκος που διατηρεί επί δεκαετίες το θρυλικό τυροπιτάδικο με τ’ όνομά του απέναντι από το σχολείο θρύλος, τη ΛΑΝΣ. Σημείο συνάντησης των φιλάθλων του Πανιωνίου πριν και μετά τον αγώνα, αλλά και των μαθητών που προτιμούσαν τη θρυλική του κρεατόπιτα και τη μοναδικής γεύσης μπουγάτσα του. Πάντα είχε ένα ταμπλό που το ανανέωνε με φωτογραφίες της ομάδας και των παικτών του Πανιωνίου καθότι ο ίδιος «άρρωστος» Πανιώνιος. Μορφή και ο Βαγγέλης Κατοπόδης, παλιός συμμαθητής μου, που έφυγε τόσο νωρίς και τόσο ξαφνικά από κοντά μας. Ένα χρυσό παιδί που όταν πλησίαζες στην περιοχή της πλατείας θα τον συναντούσες σίγουρα γιατί εκεί ήταν το «σπίτι» του, πρόθυμος πάντα με το χαμόγελο να μιλήσει για ποδόσφαιρο. Σχεδόν παντογνώστης στα αθλητικά! Αγαπούσε τον Παναθηναϊκό και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Ο Γιάννης Κουλμπαλόγλου που έχει τα οπτικά στην πλατεία, στης 2ας Μαΐου, το «Gruppo Ottico», κουλτουριάρης, παλιός χίπης, πετυχημένος επιχειρηματίας, πάντα μαυροντυμένος με σικάτο γυαλί και «άρρωστος» Πανιώνιος! Ο Μάκης Σαλιάρης που έγραψε ιστορία σαν μουσικός στα 60ς (We Five του Ντέμη Ρούσσου, Stormies), σαν ραλίστας (1969-1997) και σαν επιχειρηματίας που πρωτοπορούσε στην νυχτερινή Αθήνα με τις ιδέες του («Αυτοκίνηση», «Εργοστάσιο», «Club 22» κ.α.), αλλά και ο Ιονόπουλος που είναι γείτονάς μου και με τις σοκολάτες του «Ίον» γλυκαίνει τη ζωή μας.
Επίσης μορφή της μουσικής και γέννημα θρέμμα Νεοσμυρνιώτισσα είναι η ραδιοφωνική παραγωγός Θάλεια Καραμολέγκου, η «τελευταία των Μοϊκανών» (Ρόδον Fm, Rock Fm, Εν Λευκώ, Στο Κόκκινο, Athens Voice Radio). Παλιότερα έγραφε και στον καλό μουσικό Τύπο (Ποπ και Ροκ, Zoo κ.α.). Φοβερή τύπισσα και συλλέκτης βινυλίων!
Φυσικά παραδοσιακός Νεοσμυρνιώτης είναι ο πολυταξιδεμένος και ψαγμένος με τη μουσική Λουκάς Σιότροπος που ασχολήθηκε με τα κοινά του δήμου για να προσφέρει στον αθλητισμό της περιοχής και έφερε το δεύτερο κύπελλο στη Ν. Σμύρνη νικώντας τον αχτύπητο τότε Παναθηναϊκό στον τελικό του ’98 στο Καραϊσκάκη με 1-0!
Τη Νέα Σμύρνη την κάνουν ιδιαίτερη οι ίδιοι οι άνθρωποί της, που πάντα είχαν φαντασία και όρεξη για δράση. Εδώ γίνονται ξεχωριστά πράγματα, όπως το Ράλι Αυτοκινήτων που διεξαγόταν στην Ελευθερίου Βενιζέλου, μια φορά το χρόνο, αλλά και τόσες πολιτιστικές εκδηλώσεις που δύσκολα συναντάς σε άλλο δήμο σε τέτοια συχνότητα και ποιότητα.
Η Νέα Σμύρνη συνεχίζει να γράφει ιστορία ως μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες πια περιοχές της Αθήνας, με 120.000 κατοίκους πληθυσμό (απογραφή 2008), με λίγες πλέον μονοκατοικίες, πολύ πράσινο συγκριτικά με άλλες περιοχές, με αρκετή ευγένεια και κουλτούρα ακόμη ευτυχώς και 14.000 τετραγωνικά μέτρα για περίπατο, ρεκόρ για την τσιμεντούπολη της Αθήνας!